Oμιλία στην Ολομέλεια της Βουλής σχετικά με τις γενικές ασφαλιστικές ρυθμίσεις και την περικοπή των "τιμητικών συντάξεων" των δημιουργών και ερμηνευτών στις 24.4.13 (Video) (Πρακτικά)
Oμιλία στην Ολομέλεια της Βουλής σχετικά με τις γενικές ασφαλιστικές ρυθμίσεις και την περικοπή των "τιμητικών συντάξεων" των δημιουργών και ερμηνευτών στις 24.4.13
Ακολουθούν τα Πρακτικά της Βουλής :
ΟΛΓΑ - ΝΑΝΤΙΑ ΒΑΛΑΒΑΝΗ: Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, εγώ θα είμαι η πρώτη που θα αναγνωρίσω ότι κατά τη συζήτηση για το παρόν νομοσχέδιο στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών έκανε δεκτές αρκετές προτάσεις. Ανάμεσά τους έκανε δεκτές και ορισμένες δικές μας προτάσεις και η τελική εκδοχή διαφόρων εδαφίων κυρίως σε ασφαλιστικές διατάξεις, κινείται σε βελτιωμένη κατεύθυνση σε σχέση με την αρχική εκδοχή. Ξέρετε, όμως, ποιο είναι το βασικό πρόβλημα;
Ότι όλη η συζήτηση οδήγησε σε μια θετικότερη κατεύθυνση στο έδαφος συντάξεων ήδη εξαιρετικά χαμηλών, οι οποίες πληρώνονται από Ταμεία που έχασαν το μεγαλύτερο μέρος από τα αποθεματικά τους στο περσινό PSI και ετοιμάζονται να χάσουν και τα περιουσιακά τους στοιχεία με την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, κυρίως της Εθνικής Τράπεζας, αλλά όχι μόνο.
Πρόκειται για συντάξεις που ως προς το ΙΚΑ από το 2015 η κρατική εγγύηση θα τελειώνει στα 360 ευρώ μεικτά το μήνα, ενώ για τα Ταμεία των ελευθέρων επαγγελματιών και των επιστημόνων όλα πλέον ελλειμματικά με βάση τους ισολογισμούς τους δεν θα υπάρχει πλέον οποιαδήποτε εγγύηση. Με άλλα λόγια, στο πλαίσιο και της μνημονιακής υποχρέωσης για πλεόνασμα από το 2014 -που ξέρουμε ήδη πώς εμφανίζεται να έχει επιτευχθεί κατά τους πρώτους μήνες αυτής της χρονιάς, δηλαδή με μερική στάση πληρωμών του ελληνικού κράτους απέναντι όχι στους δανειστές του, αλλά στον ελληνικό λαό- όλη η συζήτηση των συνταξιοδοτικών ρυθμίσεων που κάνουμε αυτές τις μέρες, είναι πάνω σε κινούμενη άμμο.
Η προοπτική των συντάξεων μέσα στα επόμενα χρόνια είναι να μετατραπούν σε επιδόματα κυμαινόμενου ύψους ανάλογα με το τι θα διαθέτουν τελικά κάθε μήνα τα Ταμεία και τι θα περισσεύει στην Κεντρική Διοίκηση. Από αυτήν την προοπτική, που επιχειρεί να αποκρύψει το «εμπόριο αισιοδοξίας», στο οποίο επιδίδεται από το προηγούμενο φθινόπωρο η Κυβέρνηση, δεν μπορεί να αποστεί η συζήτηση, και παρά την όποια ασυνήθιστα καλή προδιάθεση του κυρίου Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών.
Απ’ όλα τα σοβαρά συνταξιοδοτικά ζητήματα, με τα οποία ασχολείται ακροθιγώς το παρόν νομοσχέδιο, θα αναφερθώ στο θέμα της περικοπής και αυτών των ελάχιστων λεγόμενων «τιμητικών συντάξεων» των καλλιτεχνών. Να θυμίσω την προϊστορία του θέματος.
Το βασικό και άλυτο μέχρι σήμερα ζήτημα είναι ότι όσοι δημιουργοί, καλλιτέχνες ή λογοτέχνες, ασχολούνται κατ’ αποκλειστικότητα ή προτεραιότητα με την τέχνη και όχι ως -αναγκαστικά, για λόγους επιβίωσης- δευτερεύουσα ενασχόληση, με άλλα λόγια οι κατ’ εξοχήν δημιουργοί, ήταν και παραμένουν ανασφάλιστοι. Ακόμα και οι ερμηνευτές, κυρίως μουσικοί, τραγουδιστές, ηθοποιοί και χορευτές, οι οποίοι, όταν δουλεύουν, κανονικά πρέπει να τους βάζουν ΙΚΑ -και λέω «κανονικά», γιατί σήμερα η πλειοψηφία των ερμηνευτών και πριν απ’ όλα οι ηθοποιοί δουλεύουν «μαύρα»- λόγω του περιστασιακού χαρακτήρα της εργασίας για τη συντριπτική πλειοψηφία τους, ακόμα και στις πολύ καλύτερες εποχές, επίσης δεν καταφέρνουν να θεμελιώσουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα.
Αυτό το πρόβλημα, το οποίο έχει να κάνει με τις χαρακτηριστικές συνθήκες παραγωγής της τέχνης σε μια ανταγωνιστική κοινωνία, σε συνθήκες οικονομίας της αγοράς που εμπορευματοποιεί τα πάντα στο βωμό της μαζικής κουλτούρας, ακόμα και την τέχνη ως ειδική μορφή κοινωνικής συνείδησης, δεν θέλησε να το αγγίξει διαχρονικά καμιά ελληνική κυβέρνηση. Αυτό είναι όμως και το βασικό άλυτο πρόβλημα στο υπόστρωμα της συζήτησης για τις λεγόμενες «τιμητικές συντάξεις», ένα εφεύρημα ανάγκης από το 1995, όταν νομοθετήθηκε η απόδοση εκατό συντάξεων το χρόνο σε διακεκριμένους καλλιτέχνες και λογοτέχνες από –ούτε λίγο ούτε πολύ- τριάντα έξι κλάδους τέχνης, με ειδική μάλιστα προαίρεση να κατευθύνονται όχι λιγότερες από τριάντα σε καθένα από τους δυο ειδικά κλάδους που βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση από την άποψη της δυνατότητας ασφάλισης, δηλαδή των λογοτεχνών και των εικαστικών. Εκπρόσωποι καλλιτεχνικών κλάδων, των εικαστικών και των μουσικών, μας είπαν κατά την ακρόαση των φορέων στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων ότι αν λυθεί το ζήτημα της σύνταξης για τους δημιουργούς, θα προτείνουν οι ίδιοι την κατάργηση των «τιμητικών» συντάξεων.
Θα ήθελα να προλάβω να πω ότι η αντιμετώπιση του ουσιαστικού προβλήματος για όλους και όχι μόνο για ελάχιστους από τους περισσότερο διακεκριμένους, όπως γίνεται σήμερα, δεν κινείται στο έδαφος της ουτοπίας. Το Εικαστικό Επιμελητήριο, για παράδειγμα, κατέθεσε ένα πλήρες πλαίσιο υποκατάστασης της ατομικής καταβολής ενσήμων -που είναι αδύνατη για τους δημιουργούς- από συλλογική καταβολή, με συμμετοχή στο κόστος των διαμεσολαβούντων στην καλλιτεχνική δημιουργία, που είναι κι αυτοί που καρπούνται και την κερδοφορία από την εμπορική αξιοποίηση της τέχνης.
Πιστεύω ότι αξίζει να το μελετήσουμε και να επανέλθουμε σε μια συνολική λύση. Μέχρι τότε, όμως, θα πρέπει να σταματήσει η συνεχής έκπτωση των τιμητικών συντάξεων, οι οποίες περνώντας μέσα από τις τροποποιήσεις του νόμου του 1995, το 2002 και το 2007, -με βάση το μέχρι τώρα νομοθετημένο πλαίσιο έφτασαν στο να έχουν πέσει στις τριάντα συνολικά το χρόνο και στα 830 ευρώ το μήνα. Μόνη ουσιαστική βελτίωση υπήρξε αυτή του 2007, με αφορμή ότι το 2006 η Αγγελική Λαλαούνη της Λυρικής Σκηνής, αφού της απονεμήθηκε η τιμητική σύνταξη αναγνωρίζοντας ως διακεκριμένο το έργο της, την έχασε για 6 ευρώ, επειδή το όριο ήταν τότε 6.000 ευρώ και αυτή την προηγούμενη χρονιά είχε 6.006 ευρώ εισόδημα. Το γεγονός αυτό οδήγησε ένα χρόνο αργότερα στην άνοδο του ορίου εισοδήματος στα 25.000 ευρώ.
Η Κυβέρνηση έρχεται με το παρόν νομοσχέδιο να αποφασίσει ότι κι αυτές οι τριάντα συντάξεις -ουσιαστικά συμβολικός αριθμός- είναι πολλές και να τις περικόψει αρχικά στις μισές -σε δεκαπέντε το χρόνο- και στη συνέχεια, μετά την ακρόαση των καλλιτεχνικών φορέων, στις είκοσι, με μείωση του μηνιαίου ποσού από τα 830 ευρώ στα 720 ευρώ το μήνα, μεικτά. Την ίδια στιγμή, το Ελεγκτικό Συνέδριο σημειώνει ρητά και ουσιαστικά επικριτικά στη συνοδευτική Έκθεσή του ότι «με τον περιορισμένο αριθμό των συνταξιούχων της συγκεκριμένης κατηγορίας δεν μπορεί να αναμένεται σημαντικό δημοσιονομικό όφελος από την επίμαχη μείωση».
Το σύνολο των τριάντα συντάξεων έχει κόστος 3 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο και η οικονομία που γίνεται με βάση την τελική πρόταση, είναι ύψους 1 εκατομμυρίου ευρώ το χρόνο.
Σας ρωτάω ευθέως, κύριε Υπουργέ: Γιατί αποφασίσατε να κόψετε τις δέκα από τις τριάντα συντάξεις και 110 ευρώ το μήνα από την κάθε μία; Μήπως για λόγους συμβολισμού, σαν αυτό που λέει δηλαδή η Τρόικα, όταν της λένε ότι ο τάδε αριθμός δημοσίων υπαλλήλων θα φύγει έτσι κι αλλιώς μόνος του, ότι σημασία έχει να «τρέξει αίμα», να γίνουν απολύσεις για να δοθεί ένα σήμα σε σχέση με το δημόσιο; Μήπως κάπου στο Υπουργείο Οικονομικών υπάρχει η έμπνευση να δοθεί ένα ανάλογο σήμα -καθώς γι’ αυτές τις συντάξεις όντως δεν έχουν καταβληθεί εισφορές- ακόμα και σε συμβολικό επίπεδο, όπως είναι αυτός ο ελάχιστος αριθμός συντάξεων που δεν είναι καν τριάντα το χρόνο; Διότι ενώ τόσες αποφασίστηκαν, στην προηγούμενη πενταετία, οι συντάξεις που δόθηκαν είναι πολύ λιγότερες από εκατόν πενήντα, καθώς ο έλεγχος ως προς τα εισοδηματικά κριτήρια γίνεται αργότερα και ένας αριθμός «διακεκριμένων» κόβεται κατόπιν εορτής, χωρίς να αντικαθίσταται από άλλους.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, για παράδειγμα, να πεθάνει πριν λίγες εβδομάδες γνωστός αγιογράφος που είχε κριθεί από το 2007 ως «διακεκριμένος» και πληρούσε τα εισοδηματικά κριτήρια, αλλά πέθανε χωρίς να έχει πάρει ακόμα σύνταξη, επειδή δεν έφτανε ο συνολικός αριθμός. Μήπως λοιπόν κάπου υπήρχε η έμπνευση να δοθεί ένα σήμα ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν «μη ανταποδοτικές» συντάξεις; Διότι εδώ, ουσιαστικά, τι είναι αυτό που ανταποδίδει;
Η τέχνη -το ίδιο το έργο τέχνης- και μάλιστα πολύ περισσότερο από τις όποιες εισφορές, ακόμα και σε ένα τέτοιο αντίστοιχο αριθμό. Μήπως γι’ αυτό δεν δέχεστε να γίνει μεταβίβαση στα ανήλικα παιδιά; Αφού πόσοι απ’ αυτούς που πεθαίνουν μετά τα εβδομήντα έχουν ανήλικα παιδιά; Μιλάμε, δηλαδή, για περιπτώσεις λιγότερες από τα δάκτυλα του ενός χεριού. Γι’ αυτό πάλι κατεβάσατε το όριο στα 10.000 ευρώ, ώστε τελικά ακόμα και αυτές οι είκοσι συντάξεις πρακτικά να μην δίνονται; Και οι διοικητικοί παράγοντες, που προβλέπεται πλέον να υπάρχουν σε αυτές τις επιτροπές για να κρίνουν το «διακεκριμένο» ενός καλλιτέχνη, αλήθεια με τι κριτήρια θα το κρίνουν; Αν θα έχουν ακούσει το όνομά του; Αν θα έχουν διαβάσει κάποιο βιβλίο του ή θα έχουν πάει σε κάποια έκθεσή του; Ήθελα να σας θυμίσω, κύριε Υπουργέ, ότι ο Βαν Γκονγκ, που σήμερα κάθε πίνακάς του πουλιέται δεκάδες εκατομμύρια δολάρια, όταν πέθανε δεν είχε καταφέρει να πουλήσει ούτε ένα πίνακά του. Ήταν, δηλαδή, πλήρως μη ανταποδοτικός από οικονομική άποψη. Να σας θυμίσω, επίσης, για τον Σεφέρη –για να έρθω πιο κοντά και χρονικά και τοπικά σε μας- ότι μέχρι τη μέρα που του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ, οι ποιητικές συλλογές του έβγαιναν σε 500 αντίτυπα η κάθε μία και δεν είχε καταφέρει να πουλήσει το συνολικό αριθμό, δηλαδή να εξαντληθεί καμμία από αυτές.
Η πρώτη συλλογή που εξαντλήθηκε, που πέρασε τα 500 αντίτυπα, ήταν αφού πήρε το βραβείο Νόμπελ. Και θα σας πω σε σχέση με το θέμα της ανταποδοτικότητας -γιατί επικαλέστηκαν και στην Επιτροπή διάφοροι Βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας ότι υπάρχει θέμα κοινωνικής δικαιοσύνης, θέμα ισότητας απέναντι σε αυτούς που πληρώνουν- ότι ο Μπρεχτ έλεγε κάτι που ισχύει για όλους όσοι είναι δημιουργοί έργων τέχνης. Έλεγε πως ό,τι δημοσιοποιείται, ανήκει πλέον –εγώ δεν θα σας πω στην ελληνική κληρονομιά μόνο- στην παγκόσμια κληρονομιά. Και μεγαλύτερη ανταποδοτικότητα από αυτό που είναι και ο ρόλος της τέχνης, να ανοίγει το μυαλό, να απελευθερώνει τη σκέψη, να διαπαιδαγωγεί και να δημιουργεί μία άλλη στάση ζωής πραγματικά δεν μπορεί να υπάρξει.
Η κ. Μελά μίλησε εκ μέρους του Εικαστικού Επιμελητηρίου, μιας και είναι Πρόεδρός του. Η ίδια είναι διακεκριμένη εικαστική καλλιτέχνης και σας εξήγησε ότι, για να βγάλει «έξω» έναν πίνακά της, δεν μπορεί απλώς να τον πάρει και να τον βγάλει «έξω». Πρέπει να πάει στην Εθνική Πινακοθήκη, να καταγραφεί ο πίνακας και να σφραγιστεί. Γιατί; Γιατί θεωρείται ότι έχει δημόσια διάσταση, παρ’ ότι είναι ιδιωτικό έργο.
Αν, λοιπόν, δεν κατανοήσετε αυτήν την ειδική λειτουργία και τον ρόλο της τέχνης, τότε δεν θα κατανοήσετε και γιατί οι φόροι των καλλιτεχνών σε διάφορα κράτη πληρώνονται, όταν δεν έχουν λεφτά, και σε είδος, σε έργο τέχνης. Τότε πραγματικά θα πάμε με αυτήν την μπακαλίστικη λογική του νεοφιλελευθερισμού, που, αν την ακολουθούσαμε σε όλη της την έκταση, η τέχνη θα είχε μείνει ακόμα στους ζωγράφους των σπηλαίων.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ/ΕΚΜ) Ω
Ακολουθούν τα Πρακτικά της Βουλής :
ΟΛΓΑ - ΝΑΝΤΙΑ ΒΑΛΑΒΑΝΗ: Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, εγώ θα είμαι η πρώτη που θα αναγνωρίσω ότι κατά τη συζήτηση για το παρόν νομοσχέδιο στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών έκανε δεκτές αρκετές προτάσεις. Ανάμεσά τους έκανε δεκτές και ορισμένες δικές μας προτάσεις και η τελική εκδοχή διαφόρων εδαφίων κυρίως σε ασφαλιστικές διατάξεις, κινείται σε βελτιωμένη κατεύθυνση σε σχέση με την αρχική εκδοχή. Ξέρετε, όμως, ποιο είναι το βασικό πρόβλημα;
Ότι όλη η συζήτηση οδήγησε σε μια θετικότερη κατεύθυνση στο έδαφος συντάξεων ήδη εξαιρετικά χαμηλών, οι οποίες πληρώνονται από Ταμεία που έχασαν το μεγαλύτερο μέρος από τα αποθεματικά τους στο περσινό PSI και ετοιμάζονται να χάσουν και τα περιουσιακά τους στοιχεία με την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, κυρίως της Εθνικής Τράπεζας, αλλά όχι μόνο.
Πρόκειται για συντάξεις που ως προς το ΙΚΑ από το 2015 η κρατική εγγύηση θα τελειώνει στα 360 ευρώ μεικτά το μήνα, ενώ για τα Ταμεία των ελευθέρων επαγγελματιών και των επιστημόνων όλα πλέον ελλειμματικά με βάση τους ισολογισμούς τους δεν θα υπάρχει πλέον οποιαδήποτε εγγύηση. Με άλλα λόγια, στο πλαίσιο και της μνημονιακής υποχρέωσης για πλεόνασμα από το 2014 -που ξέρουμε ήδη πώς εμφανίζεται να έχει επιτευχθεί κατά τους πρώτους μήνες αυτής της χρονιάς, δηλαδή με μερική στάση πληρωμών του ελληνικού κράτους απέναντι όχι στους δανειστές του, αλλά στον ελληνικό λαό- όλη η συζήτηση των συνταξιοδοτικών ρυθμίσεων που κάνουμε αυτές τις μέρες, είναι πάνω σε κινούμενη άμμο.
Η προοπτική των συντάξεων μέσα στα επόμενα χρόνια είναι να μετατραπούν σε επιδόματα κυμαινόμενου ύψους ανάλογα με το τι θα διαθέτουν τελικά κάθε μήνα τα Ταμεία και τι θα περισσεύει στην Κεντρική Διοίκηση. Από αυτήν την προοπτική, που επιχειρεί να αποκρύψει το «εμπόριο αισιοδοξίας», στο οποίο επιδίδεται από το προηγούμενο φθινόπωρο η Κυβέρνηση, δεν μπορεί να αποστεί η συζήτηση, και παρά την όποια ασυνήθιστα καλή προδιάθεση του κυρίου Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών.
Απ’ όλα τα σοβαρά συνταξιοδοτικά ζητήματα, με τα οποία ασχολείται ακροθιγώς το παρόν νομοσχέδιο, θα αναφερθώ στο θέμα της περικοπής και αυτών των ελάχιστων λεγόμενων «τιμητικών συντάξεων» των καλλιτεχνών. Να θυμίσω την προϊστορία του θέματος.
Το βασικό και άλυτο μέχρι σήμερα ζήτημα είναι ότι όσοι δημιουργοί, καλλιτέχνες ή λογοτέχνες, ασχολούνται κατ’ αποκλειστικότητα ή προτεραιότητα με την τέχνη και όχι ως -αναγκαστικά, για λόγους επιβίωσης- δευτερεύουσα ενασχόληση, με άλλα λόγια οι κατ’ εξοχήν δημιουργοί, ήταν και παραμένουν ανασφάλιστοι. Ακόμα και οι ερμηνευτές, κυρίως μουσικοί, τραγουδιστές, ηθοποιοί και χορευτές, οι οποίοι, όταν δουλεύουν, κανονικά πρέπει να τους βάζουν ΙΚΑ -και λέω «κανονικά», γιατί σήμερα η πλειοψηφία των ερμηνευτών και πριν απ’ όλα οι ηθοποιοί δουλεύουν «μαύρα»- λόγω του περιστασιακού χαρακτήρα της εργασίας για τη συντριπτική πλειοψηφία τους, ακόμα και στις πολύ καλύτερες εποχές, επίσης δεν καταφέρνουν να θεμελιώσουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα.
Αυτό το πρόβλημα, το οποίο έχει να κάνει με τις χαρακτηριστικές συνθήκες παραγωγής της τέχνης σε μια ανταγωνιστική κοινωνία, σε συνθήκες οικονομίας της αγοράς που εμπορευματοποιεί τα πάντα στο βωμό της μαζικής κουλτούρας, ακόμα και την τέχνη ως ειδική μορφή κοινωνικής συνείδησης, δεν θέλησε να το αγγίξει διαχρονικά καμιά ελληνική κυβέρνηση. Αυτό είναι όμως και το βασικό άλυτο πρόβλημα στο υπόστρωμα της συζήτησης για τις λεγόμενες «τιμητικές συντάξεις», ένα εφεύρημα ανάγκης από το 1995, όταν νομοθετήθηκε η απόδοση εκατό συντάξεων το χρόνο σε διακεκριμένους καλλιτέχνες και λογοτέχνες από –ούτε λίγο ούτε πολύ- τριάντα έξι κλάδους τέχνης, με ειδική μάλιστα προαίρεση να κατευθύνονται όχι λιγότερες από τριάντα σε καθένα από τους δυο ειδικά κλάδους που βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση από την άποψη της δυνατότητας ασφάλισης, δηλαδή των λογοτεχνών και των εικαστικών. Εκπρόσωποι καλλιτεχνικών κλάδων, των εικαστικών και των μουσικών, μας είπαν κατά την ακρόαση των φορέων στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων ότι αν λυθεί το ζήτημα της σύνταξης για τους δημιουργούς, θα προτείνουν οι ίδιοι την κατάργηση των «τιμητικών» συντάξεων.
Θα ήθελα να προλάβω να πω ότι η αντιμετώπιση του ουσιαστικού προβλήματος για όλους και όχι μόνο για ελάχιστους από τους περισσότερο διακεκριμένους, όπως γίνεται σήμερα, δεν κινείται στο έδαφος της ουτοπίας. Το Εικαστικό Επιμελητήριο, για παράδειγμα, κατέθεσε ένα πλήρες πλαίσιο υποκατάστασης της ατομικής καταβολής ενσήμων -που είναι αδύνατη για τους δημιουργούς- από συλλογική καταβολή, με συμμετοχή στο κόστος των διαμεσολαβούντων στην καλλιτεχνική δημιουργία, που είναι κι αυτοί που καρπούνται και την κερδοφορία από την εμπορική αξιοποίηση της τέχνης.
Πιστεύω ότι αξίζει να το μελετήσουμε και να επανέλθουμε σε μια συνολική λύση. Μέχρι τότε, όμως, θα πρέπει να σταματήσει η συνεχής έκπτωση των τιμητικών συντάξεων, οι οποίες περνώντας μέσα από τις τροποποιήσεις του νόμου του 1995, το 2002 και το 2007, -με βάση το μέχρι τώρα νομοθετημένο πλαίσιο έφτασαν στο να έχουν πέσει στις τριάντα συνολικά το χρόνο και στα 830 ευρώ το μήνα. Μόνη ουσιαστική βελτίωση υπήρξε αυτή του 2007, με αφορμή ότι το 2006 η Αγγελική Λαλαούνη της Λυρικής Σκηνής, αφού της απονεμήθηκε η τιμητική σύνταξη αναγνωρίζοντας ως διακεκριμένο το έργο της, την έχασε για 6 ευρώ, επειδή το όριο ήταν τότε 6.000 ευρώ και αυτή την προηγούμενη χρονιά είχε 6.006 ευρώ εισόδημα. Το γεγονός αυτό οδήγησε ένα χρόνο αργότερα στην άνοδο του ορίου εισοδήματος στα 25.000 ευρώ.
Η Κυβέρνηση έρχεται με το παρόν νομοσχέδιο να αποφασίσει ότι κι αυτές οι τριάντα συντάξεις -ουσιαστικά συμβολικός αριθμός- είναι πολλές και να τις περικόψει αρχικά στις μισές -σε δεκαπέντε το χρόνο- και στη συνέχεια, μετά την ακρόαση των καλλιτεχνικών φορέων, στις είκοσι, με μείωση του μηνιαίου ποσού από τα 830 ευρώ στα 720 ευρώ το μήνα, μεικτά. Την ίδια στιγμή, το Ελεγκτικό Συνέδριο σημειώνει ρητά και ουσιαστικά επικριτικά στη συνοδευτική Έκθεσή του ότι «με τον περιορισμένο αριθμό των συνταξιούχων της συγκεκριμένης κατηγορίας δεν μπορεί να αναμένεται σημαντικό δημοσιονομικό όφελος από την επίμαχη μείωση».
Το σύνολο των τριάντα συντάξεων έχει κόστος 3 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο και η οικονομία που γίνεται με βάση την τελική πρόταση, είναι ύψους 1 εκατομμυρίου ευρώ το χρόνο.
Σας ρωτάω ευθέως, κύριε Υπουργέ: Γιατί αποφασίσατε να κόψετε τις δέκα από τις τριάντα συντάξεις και 110 ευρώ το μήνα από την κάθε μία; Μήπως για λόγους συμβολισμού, σαν αυτό που λέει δηλαδή η Τρόικα, όταν της λένε ότι ο τάδε αριθμός δημοσίων υπαλλήλων θα φύγει έτσι κι αλλιώς μόνος του, ότι σημασία έχει να «τρέξει αίμα», να γίνουν απολύσεις για να δοθεί ένα σήμα σε σχέση με το δημόσιο; Μήπως κάπου στο Υπουργείο Οικονομικών υπάρχει η έμπνευση να δοθεί ένα ανάλογο σήμα -καθώς γι’ αυτές τις συντάξεις όντως δεν έχουν καταβληθεί εισφορές- ακόμα και σε συμβολικό επίπεδο, όπως είναι αυτός ο ελάχιστος αριθμός συντάξεων που δεν είναι καν τριάντα το χρόνο; Διότι ενώ τόσες αποφασίστηκαν, στην προηγούμενη πενταετία, οι συντάξεις που δόθηκαν είναι πολύ λιγότερες από εκατόν πενήντα, καθώς ο έλεγχος ως προς τα εισοδηματικά κριτήρια γίνεται αργότερα και ένας αριθμός «διακεκριμένων» κόβεται κατόπιν εορτής, χωρίς να αντικαθίσταται από άλλους.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, για παράδειγμα, να πεθάνει πριν λίγες εβδομάδες γνωστός αγιογράφος που είχε κριθεί από το 2007 ως «διακεκριμένος» και πληρούσε τα εισοδηματικά κριτήρια, αλλά πέθανε χωρίς να έχει πάρει ακόμα σύνταξη, επειδή δεν έφτανε ο συνολικός αριθμός. Μήπως λοιπόν κάπου υπήρχε η έμπνευση να δοθεί ένα σήμα ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν «μη ανταποδοτικές» συντάξεις; Διότι εδώ, ουσιαστικά, τι είναι αυτό που ανταποδίδει;
Η τέχνη -το ίδιο το έργο τέχνης- και μάλιστα πολύ περισσότερο από τις όποιες εισφορές, ακόμα και σε ένα τέτοιο αντίστοιχο αριθμό. Μήπως γι’ αυτό δεν δέχεστε να γίνει μεταβίβαση στα ανήλικα παιδιά; Αφού πόσοι απ’ αυτούς που πεθαίνουν μετά τα εβδομήντα έχουν ανήλικα παιδιά; Μιλάμε, δηλαδή, για περιπτώσεις λιγότερες από τα δάκτυλα του ενός χεριού. Γι’ αυτό πάλι κατεβάσατε το όριο στα 10.000 ευρώ, ώστε τελικά ακόμα και αυτές οι είκοσι συντάξεις πρακτικά να μην δίνονται; Και οι διοικητικοί παράγοντες, που προβλέπεται πλέον να υπάρχουν σε αυτές τις επιτροπές για να κρίνουν το «διακεκριμένο» ενός καλλιτέχνη, αλήθεια με τι κριτήρια θα το κρίνουν; Αν θα έχουν ακούσει το όνομά του; Αν θα έχουν διαβάσει κάποιο βιβλίο του ή θα έχουν πάει σε κάποια έκθεσή του; Ήθελα να σας θυμίσω, κύριε Υπουργέ, ότι ο Βαν Γκονγκ, που σήμερα κάθε πίνακάς του πουλιέται δεκάδες εκατομμύρια δολάρια, όταν πέθανε δεν είχε καταφέρει να πουλήσει ούτε ένα πίνακά του. Ήταν, δηλαδή, πλήρως μη ανταποδοτικός από οικονομική άποψη. Να σας θυμίσω, επίσης, για τον Σεφέρη –για να έρθω πιο κοντά και χρονικά και τοπικά σε μας- ότι μέχρι τη μέρα που του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ, οι ποιητικές συλλογές του έβγαιναν σε 500 αντίτυπα η κάθε μία και δεν είχε καταφέρει να πουλήσει το συνολικό αριθμό, δηλαδή να εξαντληθεί καμμία από αυτές.
Η πρώτη συλλογή που εξαντλήθηκε, που πέρασε τα 500 αντίτυπα, ήταν αφού πήρε το βραβείο Νόμπελ. Και θα σας πω σε σχέση με το θέμα της ανταποδοτικότητας -γιατί επικαλέστηκαν και στην Επιτροπή διάφοροι Βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας ότι υπάρχει θέμα κοινωνικής δικαιοσύνης, θέμα ισότητας απέναντι σε αυτούς που πληρώνουν- ότι ο Μπρεχτ έλεγε κάτι που ισχύει για όλους όσοι είναι δημιουργοί έργων τέχνης. Έλεγε πως ό,τι δημοσιοποιείται, ανήκει πλέον –εγώ δεν θα σας πω στην ελληνική κληρονομιά μόνο- στην παγκόσμια κληρονομιά. Και μεγαλύτερη ανταποδοτικότητα από αυτό που είναι και ο ρόλος της τέχνης, να ανοίγει το μυαλό, να απελευθερώνει τη σκέψη, να διαπαιδαγωγεί και να δημιουργεί μία άλλη στάση ζωής πραγματικά δεν μπορεί να υπάρξει.
Η κ. Μελά μίλησε εκ μέρους του Εικαστικού Επιμελητηρίου, μιας και είναι Πρόεδρός του. Η ίδια είναι διακεκριμένη εικαστική καλλιτέχνης και σας εξήγησε ότι, για να βγάλει «έξω» έναν πίνακά της, δεν μπορεί απλώς να τον πάρει και να τον βγάλει «έξω». Πρέπει να πάει στην Εθνική Πινακοθήκη, να καταγραφεί ο πίνακας και να σφραγιστεί. Γιατί; Γιατί θεωρείται ότι έχει δημόσια διάσταση, παρ’ ότι είναι ιδιωτικό έργο.
Αν, λοιπόν, δεν κατανοήσετε αυτήν την ειδική λειτουργία και τον ρόλο της τέχνης, τότε δεν θα κατανοήσετε και γιατί οι φόροι των καλλιτεχνών σε διάφορα κράτη πληρώνονται, όταν δεν έχουν λεφτά, και σε είδος, σε έργο τέχνης. Τότε πραγματικά θα πάμε με αυτήν την μπακαλίστικη λογική του νεοφιλελευθερισμού, που, αν την ακολουθούσαμε σε όλη της την έκταση, η τέχνη θα είχε μείνει ακόμα στους ζωγράφους των σπηλαίων.
(Χειροκροτήματα από την πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ/ΕΚΜ) Ω
Oμιλία στην Ολομέλεια της Βουλής σχετικά με τις γενικές ασφαλιστικές ρυθμίσεις και την περικοπή των "τιμητικών συντάξεων" των δημιουργών και ερμηνευτών στις 24.4.13 (Video) (Πρακτικά)
Reviewed by Νάντια Βαλαβάνη
on
12:54:00 μ.μ.
Rating: